Τα περισσότερα παιδιά περνούν περιόδους δυσχέρειας στη ροή της ομιλίας κατά την περίοδο της γλωσσικής ανάπτυξης. Κάποια παιδιά ίσως εμφανίσουν έναν ήπιο τραυλισμό, ενώ για κάποια άλλα η δυσκολία θα εξελιχθεί σε μέτριο ή σοβαρό τραυλισμό. Η έγκαιρη παρατήρηση και παρέμβαση του λογοθεραπευτή μπορεί να βοηθήσει τους γονείς να κατανοήσουν και επομένως να γίνουν αρωγοί στην αντιμετώπιση της δυσκολίας.
Πότε εμφανίζεται;
Ο τραυλισμός εκδηλώνεται τυπικά στην περίοδο ραγδαίας εξέλιξης του λόγου και της ομιλίας του παιδιού κατά την οποία το παιδί μεταβαίνει από το στάδιο της χρήσης δύο λέξεων στη χρήση απλών και σύνθετων προτάσεων. Τις περισσότερες φορές αυτό συμβαίνει στο ηλικιακό εύρος μεταξύ 2 και 5 ετών αλλά ορισμένες φορές και πολύ νωρίτερα, όπως στην ηλικία των 18 μηνών. Το διάστημα αυτό, ο λόγος του παιδιού αναπτύσσεται ταχύτατα και σε συνδυασμό με τις προσπάθειες του να μάθει να μιλά, να συντονίσει εκούσιες κινήσεις, καθώς και με την αναμενόμενη ψυχολογική ένταση που συνοδεύει η φυσιολογική ανάπτυξη,
μπορούν να πυροδοτήσουν την εμφάνιση των δυσρυθμιών (σύντομες επαναλήψεις ήχων-συλλαβών-φράσεων, επιμηκύνσεις ήχων, ακανόνιστες παύσεις και κολλήματα) που συνιστούν συμπτώματα του πρώιμου τραυλισμού αλλά και της «φυσιολογικής δυσχέρειας στη ροή της ομιλίας».
Πώς εξελίσσεται;
Αυτά τα πρώτα σημάδια τραυλισμού σταδιακά μειώνονται και στη συνέχεια εξαφανίζονται στα περισσότερα παιδιά, ενώ σε μερικά παιδιά θα συνεχίσουν να εμμένουν. Για την ακρίβεια, θα αρχίσουν να εμφανίζουν λεκτικές συμπεριφορές μεγαλύτερης μυϊκής έντασης και διάρκειας σαν αντίδραση στη ντροπή, στο φόβο και στη δυσαρέσκεια που τους προκαλούν οι δυσκολίες στην ομιλία. Περίπου 5% των παιδιών προσχολικής ηλικίας περνούν από μία φάση δυσχέρειας στη ροή της ομιλίας που κρατάει έξι μήνες ή και περισσότερο. Τα 3/4 των παιδιών που αρχίζουν να τραυλίζουν θα ξεπεράσουν τη δυσκολία τους στη διάρκεια της προσχολικής ηλικίας, ενώ στο 1% περίπου του γενικού πληθυσμού θα εγκατασταθεί ένα μακρόχρονο πρόβλημα. Η αναλογία αγοριών-κοριτσιών που τραυλίζουν εμφανίζεται ίση κατά την εκδήλωση της δυσκολίας, αλλά μελέτες δείχνουν ότι στον πληθυσμό των παιδιών που συνεχίζουν να τραυλίζουν και στη σχολική ηλικία, τα αγόρια είναι 3-4 φορές περισσότερα απ’ ότι τα κορίτσια.
Ποιά είναι τα αίτια;
Παρότι η αιτιολογία του τραυλισμού δεν έχει πλήρως κατανοηθεί, υπάρχουν ισχυρές ερευνητικές αποδείξεις που καταδεικνύουν ότι ο τραυλισμός εκδηλώνεται ως συνδυασμός εγγενών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Σύμφωνα με ενδείξεις της γενετικής, κληρονομείται μία γενετική προδιάθεση για τον τραυλισμό και γι’ αυτό άλλωστε εμφανίζεται συχνότερα στα αγόρια. Δεδομένα που προέρχονται από μελέτες διδύμων συνηγορούν και αυτά υπέρ της κληρονομικότητας.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Η έγκαιρη παραπομπή σε εξειδικευμένο λογοθεραπευτή για διάγνωση, συμβουλευτική γονέων και, σε περίπτωση που κρίνεται απαραίτητο, έναρξη θεραπείας, πριν το παιδί αναπτύξει σοβαρές κοινωνικές και συναισθηματικές αντιδράσεις στον τραυλισμό του, είναι καθοριστική για την καλή πρόγνωση στην αποκατάσταση της ομιλίας.